Translate

Παρασκευή 11 Ιανουαρίου 2019

Το μηδεν σε φωλιά - κριτική Ευτυχία-Αλεξάνδρα Λουκίδου

Fractal


ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ ΛΥΜΠΕΡΗ
«ΤΟ ΜΗΔΕΝ ΣΕ ΦΩΛΙΑ»
Γαβριηλίδης 2017






Τα βαθύτερα κοιτάσματα του νοήματος


 Γράφει η Ευτυχία-Αλεξάνδρα Λουκίδου 
           9/1/2019
  
                                                                            
                       
                                               
Τι συμβαίνει ακριβώς όταν ο δοκιμιακός λόγος συναντά τον ποιητικό; Ποια η μεταξύ τους συζήτηση και εντέλει ποιος είναι αυτός που επικρατεί του άλλου ή μήπως η ατμόσφαιρα δεν είναι παρά το προϊόν μιας νέας θερμοκρασίας που συναιρεί τη θεωρία με τον οραματισμό; Μια αλχημεία ιδιότυπη ή αλλιώς ένα κράμα προερχόμενο από τη συνταγή: δύο μέρη συναίσθημα και ένα μέρος λόγος διανοητικός και τότε ως διά μαγείας έχουμεμία συνθετική γραφή που κατατείνει στον αιφνιδιασμό, συγκινώντας και την ίδια στιγμή προβληματίζοντας ακαριαία.

Στη γραφή της Κλεοπάτρας Λυμπέρη η γλώσσα διακινεί το νόημα και, παρά τις όποιες διάσπαρτες εκλάμψεις ενός λόγου παιγνιώδους, αποδεικνύει ότι ο ποιητής, αυτός ο θηριοδαμαστής της ομορφιάς,εντέλει δεν είναι παρά εξουσιαστής. Είτε ως άνδρας είτε ως γυναίκα είναι μια φωνή καιόμενη που τρέχει στους λαβυρίνθους. Το μηδέν στην ποίησή της περιέχει τα πάντα, όμοια με το μαύρο που εγκιβωτίζει όλα τα χρώματα, τα πάντα αλλά και τίποτα.Παραπέμπει, ωστόσο, στο ίδιο το σημείο εκκίνησης του ποιητή, καθώς ποιεί εκ του μηδενός γενόμενος για μια στιγμή δημιουργός του κόσμου που ενοράται. Το γεγονός τώρα ότι τοποθετείται το μηδέν σε φωλιά αντανακλά την ανάγκη του να εμφιλοχωρήσει και τέλος να χωρέσει σε κάτι που παραπέμπει σε μήτρα και σπίτι, σε θάλπος και αρχή, σε έναν χώρο-έννοια όπου ανασαίνει η αγάπη. Είναι ίσως η μεγαλειώδης εκείνη στιγμή που το φως αγκαλιάζει το σκότος.Η φωλιά,
ενώ περιέχει, εντούτοις τίποτα δεν κατέχει, ένα είδος σπιτιού το πιο παρακείμενο στ’ αόρατα στ’ ανείπωτα στ’ ακίνητα, αναγγέλλει την πληρότητα και στεγάζει το ό,τι περικλείει το παν σε συνθήκη στοργής. Η γραφή της Κλεοπάτρας Λυμπέρη συγγενεύει με την ποίηση του Καρούζου αλλά παράλληλα είναι βαθιά επηρεασμένη και από τη γραφή της Ελένης Βακαλό. Αφομοιώνοντας όχι μόνο την τόλμη της αλλά και τη φόρμα της σύνθεσης υπερπηδά τη μερική και κομματιασμένη καταγραφή των ποιημάτων και προστρέχει στην ενιαία συνολική κατάθεση, σαφή υπαινιγμό της προσωπικής της φιλοσοφίας που προσβλέπει στο Όλον. 


Η αφήγηση με κεντρική συνισταμένη το αρχικό νόημα της σύλληψής της στερεώνει περιμετρικά από αυτό όλα τα παρακλάδια και τις μικρές ή και μεγάλες προεκτάσεις καθιστώντας έτσι το επιμέρους ένα στοιχείο αποσαφήνισης και εμπέδωσης του κυρίως κορμού. Και εδώ η ραχοκοκαλιά της σύνθεσης αποβλέπει σε μιαν απόπειρα συγκόλλησης και ένωσης. Αναφέρομαι στην ανάγκη της να μιλήσει για το Ένα, ένα Ένα ωστόσο διαμελισμένο ως τώρα σε δύο κύριες αντιθετικές μα εντέλει όχι αντιφατικές οπτικές πρόσληψης του κόσμου. Άλλο δηλαδή η σκέψη που θεωρητικολογεί και αναλύει και άλλο το βίωμα που εμπειράται. Ο κόσμος κομματιασμένος και απόλυτος ξεδιπλώνει τον τρόπο και το βλέμμα της καθεμιάς πλευράς που εξίσου σωστά τον προσλαμβάνει. Σωστά μα όχι απαραίτητα και αληθινά. Το μάτι βλέπει και το αυτί ακούει αλλά προσαρτημένο πάντοτε σε εκείνον που το φέρει. Άλλα κινητοποιούν τον ποιητή και άλλα προσέχει ο φιλόσοφος. Ορθά τα προσλαμβάνουν και οι δυο, όμως απ’ τη δική του θέση ο καθένας κοιτάζοντάς τα. Μα η εικόνα είναι μία,μόνο αν κοιταχτεί ολόκληρη και όχι καταμερισμένη, με αποτέλεσμα μόνον ως προϊόν της μεταξύ τους σύμπραξης να έχει ελπίδες να αποδώσει την αλήθεια.

Το εσωτερικό μου αυτί / μοιάζει με φασιανό που ξεχειμωνιάζει / σε κλαδί. Μαζεύει ψιθύρους, του χιονιού / λικνίσματα, μαύρες νιφάδες από γάμους / κοριτσιών που τα φώναξε ένα φωνήεν κι ακόμη / να γυρίσουν πίσω.// Ένα αυτί θα μπορούσε να λέγεται μάτι / (όπως το Α θα μπορούσε να λέγεται Β) αλλά / αυτά τα πράγματα καθορίστηκαν χρόνια πριν / και δεν αλλάζουν./ (αν ο άνθρωπος καταργούσε την τάξη / φυσικά θα επικρατούσε αταξία). // Μόνο ο ποιητής δικαιούται να βαφτίζει το Α, / Β . το Β, δάσοςτο Γ, φασιανό . το φασιανό να / στέλνει στον πάγο για πατινάζ. «Περί εξουσίας της γλώσσας»

Το αίτημα που ανακύπτει λοιπόν είναι να επιστρέψει η ποίηση στη φιλοσοφία, από την οποία και αποσπάστηκε. Σε μια εποχή που η ουσία αργοπεθαίνει και ο εγκλωβισμός στην εικόνα γίνεται πια η νέα μας πραγματικότητα, το στοίχημα δεν είναι άλλο από το εισχωρήσουμε στα βαθύτερα κοιτάσματα του νοήματος. Κι αυτό διότι, εάν ζήσει το νόημα, ζει και η ποίηση, η ύπαρξη της οποίας αποβλέπει να αναδείξει την ωραιότητα του νοήματος. Γυρνώντας την πλάτη στη λεξιλαγνεία και στον φορμαλισμό η Λυμπέρη επικεντρώνεται σε μια διπλή αλήθεια. Ο φιλόσοφος αναζητά τη σοφία την ίδια ώρα που για τον ποιητή δεν τίθεται ζήτημα παρόμοιας αναζήτησης, αφού για αυτόν η σοφία αναπαύεται εντός της ομορφιάς. Σ’ αυτήν εμπεριέχονται όλα, οι ιδέες και η συγκίνηση. Κι ενώ φαινομενικά ο ένας στέκεται απέναντι στον άλλον, κάποτε διαπλέκονται ή συναντιούνται, με απώτερο σκοπό να διατυπώσουν εκ νέου τον κόσμο των ιδεών, ώστε αυτός να υπενθυμίσει το νόημα. Θέτοντας εκ νέου λοιπόν το ερώτημα «τι είναι το ον», ουσιαστικά επιστρέφει στην πρώτη αρχαιοελληνική ερώτηση που αποπειράται να ανιχνεύσει την αλήθεια. Για την πλέον ασφαλή μάλιστα συνάντησή της μαζί της ανατρέχει σε φράσεις φιλοσοφικές,οι οποίες εκκινώντας από το παρελθόν παρεμβάλλονται με σκοπό να ανακινήσουν και να ανακαινίσουν την χαμένη αλήθεια.




Ρίχνοντας τον προβολέα της σε θέματα που αφορούν στην ουσία και στη διάρκεια, στη φθαρτότητα και στην απώλεια, στην αθανασία και στον έρωτα, στον ορατό και στον άλλο κόσμο της ενδιάμεσης όρασης νοσταλγεί κατά βάθος την επιστροφή στη γλώσσα μήπως και ξαναζήσουν οι ιδέες. Στο τρισυπόστατο αυτό βιβλίο συναντιούνται ο Φιλόσοφος που κατατρύχεται από την αγωνία, ο Ποιητής που κατέχει την ομορφιά αλλά και ένα τρίτο πρόσωπο,η Γυναίκα,που μας μιλά απ’την κουζίνα στεγάζοντας και τους δυο μες στη δημιουργία. Πρόκειται για μία γήινη ύπαρξη που μαγειρεύει και ποιεί,  φιλοσοφεί και ποιεί, φαντάζεται και συγγράφει τα «Ημερολόγια κουζίνας». Η γυναίκα αυτή με τρόπο διακριτικό και παιγνιώδη μετατρέπεται σε τόπο και περιοχή, σε σημείο συνάντησης και των δύο, καθώς το σώμα της είναι ήδη ένα σύμβολο. Γίνεται,λοιπόν, το τρίτο σώμα που περιέχει τα άλλα δύο, του φιλόσοφου και του ποιητή. Μία μήτρα που συλλαμβάνει και γεννά ιδέες αλλά και αισθήματα.



Η Καναδή Ανν Κάρσον πρόσφατα μας έδωσε ποιήματα με καθαρό φιλοσοφικό υπόβαθρο. Η Κλεοπάτρα Λυμπέρη ήδη από το 1993 στη συλλογή της «Μικρή Φιλαρμονική» γράφει το ποίημα «Η ξηρά ψυχή», μια αναφορά στον Ηράκλειτο, με το οποίο έχουμε ένα φιλοσοφικό δοκίμιο σε ποιητική μορφή.Δεν είναι ωστόσο τυχαίο που ήδη από τότε συνομιλούσε ποιητικά με τον Ηράκλειτο και συγκεκριμένα με την κυρίαρχη συνιστώσα της φιλοσοφικής του τοποθέτησης πως όλοι εντός του Λόγου ενωνόμαστε. Και ίσως αυτό είναι εκείνο που προσδίδει στη Μούσα μιαν εξουσία. Πρόκειται για την εξουσία του Λόγου που εκείνη μεταφέρει, ενός Λόγου ροϊκού που κατακλύζει όλα τα στρώματα του βιβλίου.

Ξεκινώντας την ανάγνωση από την πρώτη σελίδα της σύνθεσης, την εφτά, ακούμε την ποιήτρια να προσεύχεται στη μούσα λέγοντας: «Δωσ’ μου δώσ’ μου, Μούσα, τη χαρά να είμαι ωραία, / καθώς αυτοί θα μιλούν κι εγώ / θ’ ακούω».
Μια προσευχή που επανέρχεται και σε άλλα σημεία βρίσκοντας απέναντί της το ποιητικό «εγώ» που καλείται να υπερβεί τον ναρκισσισμό και να οδηγηθεί στον αρχικό του προορισμό, την Ένωση. Αμέσως μετά, στη σελίδα 8, παρατίθεται μιας ιδιότυπης μορφής ποίημα με τίτλο «Περί ποιήσεως», κάτι σαν πρόλογος όπου βλέπουμε 4 σειρές με τελίτσες που δεν φέρουν κανένα κείμενο, στην 5η διαβάζουμε δυο λέξεις μόνο «το στήθος» και ακολουθεί άλλη μια σειρά πάλι με τελίτσες, κάτι που επαναλαμβάνεται πανομοιότυπο στο τέλος του βιβλίου με τον τίτλο «Περί ποιήσεως επίλογος». Και πάλι εκεί «το στήθος». Και στις δύο περιπτώσεις είδα να αναπαύονται κάτω από τις τελίτσες οι στίχοι του Καρούζου από τον «Ρομαντικό Επίλογο». Τον άκουσα να μιλά μα αυτοστιγμής να σβήνονται τα λόγια του και μόνο ένα ουσιαστικό να παραμένει: Μη με διαβάζετε / όταν έχετε δίκιο./ Μη με διαβάζετε όταν /δεν ήρθατε σε ρήξη με το σώμα.// Ώρα να πηγαίνω/δεν έχω άλλο στήθος.Είναι αυτό το στήθος του ποιητή που το πληρούν, όπως γράφει η ποιήτρια αλλού, παιδικά κάλαντα και πράξεις ακατανόητες.
                   


Στην ποίηση της Κλεοπάτρας θίγεται αρχικά το ζήτημα του χρόνου και συγκεκριμένα της διάρκειας ως εκείνης της μοναδικής επιδίωξης του ποιητή, προκειμένου να κατατροπωθεί και ο θάνατος ακόμα μέσα από το έργο που παλεύει να επιζήσει. Γράφει: Η διάρκεια διαρκώς πεινάει. Τρώει τα κόκαλα του χρόνου. Κρατάει όλο το αλφάβητο στην κοιλιά της. Ακόμα κι οθάνατος τη φοβάται. Τα βιβλία κατατροπώνουν τον θάνατο είχε γράψει ο T.S.E. Τα βιβλία τρώνε τα κόκαλα του χρόνου. […]ενώ προς το τέλος του βιβλίου στο ποίημα «Περί ολότητας του εαυτού» αναρωτιέται: Το βασικό κίνητρο του καλλιτέχνη είναι η διαρκής επιθυμία της διάρκειας; Η αθανασία είναι υπόθεση για λίγους;

Την απάντηση την δίνει η ίδια σε άλλο σημείο με τη φωνή του ποιητή:
Να αφιερώνεις τη ζωή σου στο αληθινό. Ιδού μια ακόμη εκδοχή για τη διάρκεια.
Μόνο που το αληθινό το συναντάμε πλήρες μονάχα στη γυμνότητα,απαλλαγμένο από ψεύδη και εξωραϊσμούς, έτοιμο να ανασύρει από τα βαθιά ένα «λαμπερό ψάρι». Είναι το ψάρι που σπαρταρά τη δική του λαμπερή αλήθεια πως το ζητούμενο, εντέλει, δεν είναι το σώμα και η διάρκειά του, είτε μιλούμε για το σώμα της εκ γενετής φθαρτής μας φύσης είτε για το σώμα του κειμένου. Το ζητούμενο είναι η αγάπη. Γράφει:


Το αποθανείν θα ονομάσω φυσικό φαινόμενο./ Ενώ

          



το αγαπώ, φυσική αθανασία. κοτζάμ / κωδωνοστάσιο – μια
ορθοστασία της ύπαρξης. ουσία που αναβλύζει πράξεις, λόγους,
ασφοδέλους, /φλογερά γεγονότα μέσα από κερασμένο χάδι /
(κύριε Φρόυντ, έχετε αντίρρηση;)«Το αποθανείν και η διάρκεια»

Το ζήτημα, ωστόσο, της διάρκειας επανέρχεται και στο ποίημα «Η ζωή των αναπάντητων ερωτημάτων», όπου σε αντίθεση με τα όντα που φθείρονται διαβάζουμε πως οι αριθμοί ποτέ τους δεν γερνάνε. Ωστόσο, τα όντα διατηρούν κάτι αδαπάνητο εντός τους. Οι απορίες μετέωρες μα η απάντηση μοιάζει να δίδεται μόνο αν εκδυθεί το ον τα όποια υπάρχοντά του, κερδίζοντας έτσι εκείνη την αλήθειαπου, όπως είπε οΕλύτης,μόνον έναντι του θανάτου δίδεται. Ας δούμε όμως ποια είναι η αλήθεια του φιλόσοφου και ποια του ποιητή.

Ο φιλόσοφος επαναλαμβάνει και περιορίζεται. Γι’ αυτό κι εκείνος με τη σειρά του περιορίζει το νόημα σε πλαίσιο στυφό παίζοντας χαρτοπόλεμο με τις ιδέες. Έχει τη συνήθεια να ρωτάει, κάτι που ουδέποτε το κάνουν τα ποιήματα. Αγαπά τη σοφία και φοβάται τις πτήσεις. Αναζητά τον τρόπο να εισέλθει εντός του αλλά ο εαυτός,όπως λέει, συνήθως αποσύρεται όταν τον κυνηγάνε. Ορθώνει το απροσπέλαστο και οτιδήποτε ρέει το φοβάται. Σταχυολογώ:
1. Ο φιλόσοφος σκέφτεται παλιά, ξινά σταφύλια –περί δυισμού σώματος πνεύματος και τα λοιπά.
2. Ο φιλόσοφος τη φωλιά ζηλεύει. την τόση αρτιότητα της φύσης θα ήθελε να μελετήσει.
3. Τον φιλόσοφο θα τον πω πολεμιστή της ευταξίας.
4. Στο δρόμο για τη φιλοσοφία βρήκα πολλούς / ανθρώπους – δεν ήξεραν να παίζουν κρυφτό / κυνηγητό / (ψυχές σκυφτές στα σκαλιά της σοφίας)
5. Η φιλοσοφία δεν ενδιαφέρεται φυσικά / για μια λεμονιά με κίτρινα λεμόνια, / για μαύρους καλογέρους στα βουνά / για υποβρύχια, ποδήλατα, αεροπλάνα.
6. Λιθοξόος στα λόγια ο φιλόσοφος. / Έχει ξεχάσει: Το σύμπαν τέμνεται οριζοντίως και καθέτως / από ιδέες που αναιρούν η μια την άλλη.                                          

Ο ποιητής,από την άλλη,αποξεχνιέται μες στην ομορφιά και διακινδυνεύει πτώσεις. Ανθίζει μες στην αταξία και στην ασυμβατότητα. Αγαπά την αφή και τη λέξη αγαπώ. Είναι κολυμβητής που αντιπαθεί τον θάνατο αλλά κι ο θάνατος τον αντιπαθεί. Τοξευτής που, πριν τοξεύσει, παίζει. Ποδηλάτης που ποδηλατεί χωρίς φρένα . / στη στροφή θα γκρεμιστεί) Δεν υποτάσσεται στη φθορά. / εράται τον έρωτα./ το χρόνο σώζει / με τα τερτίπια του, τα θαύματά του.
[…] Κρατάει δίσκο με νοήματα / γλυκά του κουταλιού κι άλλα πικρά σαν κίτρα / (επί του δίσκου ξαπλώνει κι αναπαύεται / η ματαιότητα / που μένει σταθερή) Για να καταλήξει ότι η λύπη είναι ποιητής.

Η γυναίκα, τέλος, το τρίτο πρόσωπο της ποιητικής αφήγησης, ανάμεσα στο βρασμό λαχανικών και ζυμαρικών στοχάζεται και φιλοσοφεί και τα καταγράφει όλα αυτά στα ημερολόγια κουζίνας. Γιατί εκεί, στην κουζίνα, από μια γυναίκα που φιλοξενεί το θαύμα της γέννησης, εκεί ακριβώς μαγειρεύεται ο κόσμος. Και,ενώ αναρωτιέται με τα λόγια του Μάρκου Αυρήλιου πώς θα γίνει η ψυχή απλή ενιαία και γυμνή, διαπιστώνει το δίπολο των αντιθέτων που ορίζει τον κόσμο μας: το καλό και το κακό, τη χαρά και τη λύπη, το θερμό και το ψυχρό. Η γυναίκα της κουζίνας αφαιρείται κάποτε και χάνει τη στιγμή, για να σωθεί το τελευταίο λεπτό μες στο ποίημα.Αντιλαμβάνεται,μάλιστα, ότιο διάβολος κρατά στο αγκίστρι του τους εραστές και ενώ ο έρωτας στην αρχή μιμείται,όπως λέει, την πληρότητα, εντέλει τους αφήνει γυμνούς, για να καταλήξει πως ο έρως κάνει πολλή φασαρία ./ ενώ η ευδαιμονία των αταράχων εστί, που λέει και ο Αριστοτέλης. Μιλά για τον νάρκισσο εραστή που είναι κουφός, ενώ αυτή Ώρα δώδεκα και μισή.και ενώ μαγειρεύει / τις επιδιώξεις αναρωτιέται αν η φιλία είναι ένας αθάνατος κρίνος, / απ’ όπου η μυρωδιά των αιώνων αναδύεται / σαν την μπεσαμέλ της πιο καλής νοικοκυράς.

Με το βιβλίο αυτό η Κλεοπάτρα μάς δίνει έναν τροπο να αποδράσουμε από το επίπεδο
του Κανένα και να γίνουμε ο Υπάρχων. Να αναζητήσουμε το χαμένο νόημα και να συγκολλήσουμε τα θραύσματα του Όλου απ’ όπου αποκοπήκαμε. Το αίτημα είναι, θαρρώ, να αποκρυπτογραφηθεί το αρχικό σβησμένο κείμενο το οποίο προς το παρόν μας διαφεύγει και να επιστρέψουμε στην αγάπη που δεν γνωρίζει διαιρέσεις και ναρκισσισμούς αλλά μας επιστρέφει στη φωλιά, στον οίκο του Πατρός. Εκεί, στην ένωση των πάντων, στη συναίρεση της ομορφιάς και του νοήματος θα συναντήσουμε το ποίημα και θα διαπιστώσουμε πως είναι ο παρών και ο ενεδρεύων. Και, επίσης, κάτι ιδιαίτερα σημαντικό:μας υπενθυμίζει ότι το ποίημα ανήκει σε όλους, αφού εκπέμπεται από τον Έναν που μιλά, τον Λόγο. Γι’ αυτό και, όταν προσεύχεται σ’ αυτό, το παρακαλά: Μνήσθητί μου, Ποίημα, όταν έρθεις εν τη / βασιλεία σου στο σπίτι του Κανενός.

Εύχομαι η προσευχή της αρχής και του τέλους να εισακουστεί απ’ το ποιητικό Εγώ και να εγκαταλείψει τη φτωχή του ατομικότητα μήπως και έτσι οριστικά πλουτίσει.
                                                       
Ευτυχία – Αλεξάνδρα Λουκίδου











Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου