να ηχήσω μαζί σου ως του θανά-
του την υπερούσια σιγή. Δυο ανα-
βάτες του χρόνου στον ενωμένο
καλπασμό μας είμαστε. O καιρός
περνά. Κι ως θα λυγά μπροστά σου
-σαν κατοικίδιο ωραίο με ουρά- ιερός
ο έρως μου, θα σου φωνάξω, στάσου.
Θ' αφήσω ένα σονέτο να μιλήσει
(το μάτι της κουζίνας έχω κλείσει;)
Ινφάντα εγώ κι εσύ σωστός ιππότης
(ή μήπως, άνευ ίππου, σκέτος πότης;)
Του έρωτός μας αυτή η συγκυρία
ίσως γραφτεί στη λογοτεχνική ιστορία.
Aλλιώς:
Ινφάντα εγώ
κι εσύ, σωστός ιππότης
(άμπωτις της νυχτός;)
Η ανθρωπότης
κι εσύ, σωστός ιππότης
(άμπωτις της νυχτός;)
Η ανθρωπότης
θα πει για μας:
Ινφάντα εκείνη
στου ποιήματος
την κουπαστή
κι εκείνος ναύτης του
μπέρμπον, ακίνη-
τος στον υπολογιστή
στου ποιήματος
την κουπαστή
κι εκείνος ναύτης του
μπέρμπον, ακίνη-
τος στον υπολογιστή
Ιανουάριος 2000.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου