Translate

Σάββατο 2 Οκτωβρίου 2010

ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ ΛΥΜΠΕΡΗ
για το βιβλίο του Βλαδίμηρου Σολοβιόφ
ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ
Εισαγωγή –Μετάφραση: Δ.Τριανταφυλλίδης
Eκδόσεις: Αρμός
Σελ. 180 Ε 13,49


Η ενσάρκωση της αιώνιας θηλύτητας

«Δυο παντοδύναμοι μύθοι μας έκαναν να πιστέψουμε ότι ο έρωτας μπορούσε, όφειλε μάλιστα να εξιδανικευτεί σε μιαν αισθητική δημιουργία: ο σωκρατικός μύθος (ο έρωτας σε βοηθάει να “γεννοβολάς πολλούς, ωραίους και υπέροχους λόγους”) και ο ρομαντικός μύθος (θα φτιάξω ένα έργο αθάνατο γράφοντας το πάθος μου)»। Η φράση ανήκει στον Ρολάν Μπαρτ. Βεβαίως, ο έρωτας ως αισθητική δημιουργία δεν αφορά παρά τη ζωή της γραφής (όπως άλλωστε και τα αισθήματα του Δάντη για τη Βεατρίκη, του Πετράρχη για τη Λάουρα, του Κίργκεγκορ για τη Ρεγγίνα Όλσεν).


Με τη δυναμική του έρωτα, έτσι όπως λειτουργεί και δρα εκτός των κειμένων μέσα στην αλήθεια του ανθρώπινου σχετίζεσθαι, ασχολείται ο φιλόσοφος Βλαδίμηρος Σολοβιόφ στο παρόν βιβλίο, θέτοντας τις προκείμενες που αποδίδουν το ολοκληρωμένο πρόσωπο αυτής της εξαιρετικά λεπτής («ανεξήγητης», για πολλούς) ανθρώπινης λειτουργίας। Μερικές από τις πιο ενδιαφέρουσες ιδέες που παρουσιάζονται εδώ: η Σοφία, σαν σύμβολο του ύψιστου έρωτα (προς τον Θεό, τον Άνθρωπο, τον κόσμο), η κατάσταση της παν-ενότητας που από τον έρωτα απορρέει μέσω της δυαδικότητας, η οικουμενική και συμπαντική καταγωγή της ερωτικής ενέργειας.

Ο Βλαδίμηρος Σεργκέγιεβιτς Σολοβιόφ (1853-1900) ήταν γιός του μεγάλου Ρώσου ιστορικού Σεργκέι Μιχαήλοβιτς Σολοβιόφ και απόγονος (από την πλευρά της μητέρας του) του γνωστού Ουκρανού φιλόσοφου Γκριγκόρι Σκοβοροντά (1722-1794)। Η εμφάνισή του στην πνευματική σκηνή της Ρωσίας, σηματοδότησε την ανάπτυξη μιας εγχώριας φιλοσοφικής σκέψης που βαθμηδόν άρχισε να ανεξαρτητοποιείται από τη Δύση. Το νόημα του έρωτα, κεντρικός πυρήνας της συνολικής πνευματικής του κατάθεσης, έχει επηρεάσει αρκετούς στοχαστές της ρωσικής αναγέννησης, όπως για παράδειγμα τον Μπερντιάγιεφ, τον Μπουλγκάκοφ, τον Φλορένσκι. Ωστόσο, το πανεπιστημιακό κατεστημένο της χώρας του δεν τον κατανόησε επαρκώς· υποβίβασε το έργο του στη θέση ενός απλοϊκού ιδεαλισμού (και μάλιστα, όχι στη νεοκαντιανή του εκδοχή).

Στην καθ’ ημάς Ανατολή και στην ιδεολογία του Ορθόδοξου βιώματος, έτσι όπως έχει στοιχειοθετηθεί από τους χριστιανούς Πατέρες, η ύπαρξη δεν ορίζεται από το ον αλλά από τη σχέση, το διάλογο του Εγώ με το Άλλο. Προς την κατεύθυνση αυτή είναι στραμμένος και ο Σολοβιόφ, αν και με τρόπο ιδιαίτερα ρηξικέλευθο, καθώς επιχειρεί να προσδιορίσει την ανθρώπινη ουσία και τις διαστάσεις της εντός του γίγνεσθαι μέσα από το πρόσωπο του σαρκικού έρωτα, τον οποίον και αναγορεύει ως το απόλυτο σημείο ενσάρκωσης του θείου.

Κατ’ αρχάς φροντίζει να απελευθερώσει τον έρωτα από κάθε σύνδεση με τον «φυσικό» προορισμό που έχουν αναλάβει όλα τα όντα της Γης (τη διαιώνιση της ύλης και τη διατήρηση της ζωής), αναβιβάζοντας την ανθρώπινη ύπαρξη στην υψηλή εκείνη ευθύνη να πραγματώσει, για λογαριασμό του είδους της, την ίδια την εξέλιξή του (ανεξάρτητα από τη συνέχισή του) διότι μόνο αυτή, ως έλλογη δομή, δύναται να πράξει τούτο μέσα από την ψυχική διεύρυνση προς την οποία τείνει λόγω του ερωτικού βιώματος।


Γράφει ο Συμεών ο Νέος Θεολόγος: «ο έρωτας του ενός είναι η οδός για τον έρωτα του Άλλου» (δηλαδή, ο δρόμος της πρόσκτησης του Όλου). Κινούμενος προς την κατεύθυνση αυτή, ο Σολοβιόφ υποστηρίζει ότι η εκδήλωση της υπέρτατης ουσίας προκύπτει από τη σαρκική ένωση των δύο φύλλων, καθώς δυο πρόσωπα –δυο ετερότητες–, διαρρηγνύοντας το ατομικό τους εγώ, δύνανται να εισχωρήσουν στην αληθινή κατάφαση της υπαρκτικότητάς τους. Η παραχώρηση αυτή του ατομικού εγώ στο άλλο (η υποχώρηση του εγωισμού), η κατανόηση της κεντρικής σημασίας της άλλης ύπαρξης στη σφαίρα των οικείων καθημερινών ενασχολήσεων και εμβιώσεων, δημιουργεί τη δίοδο προς το Καθόλου. Επομένως ο άλλος γίνεται η θύρα της ένωσης με το άπαν του κόσμου, και το ερωτικό ζεύγος εκφράζει την παν-ενότητα, τη διαυγή και ολοκληρωμένη εκδήλωση που αποτελεί το συνδετικό κρίκο όλων των υπάρξεων (μιας ουσίας εντός της οποίας πραγματώνεται η ισοτιμία, η αμοιβαιότητα, η σύζευξη, η αλληλοπεριχώρηση, η απελευθέρωση από τα στεγανά της ατομικότητας).


Πράγματι, ο ερωτευμένος ζει και συλλαμβάνει τον εαυτό του μέσα από τον αγαπώμενο (τον πλησίον εαυτό, όπως το θέτει η χριστιανική θρησκεία), και μάλιστα, καθώς αυτή η σχέση στηρίζεται στη βεβαιότητα της σαρκικής της νοηματοδότηση είναι ελεύθερη από κάθε ιδεαλιστική προδιαγραφή। («Ακόμα και ο πιο ακόλαστος πόθος», σημειώνει ο Διονύσιος ο Αεροπαγίτης, «είναι απήχημα αγαθού», διότι, «προς αρίστην ζωήν αποσκοπεί»।) Υπό την έννοια αυτή, η μητρική αγάπη προς το παιδί (από την οποία απουσιάζει η ισοτιμία και η αμοιβαιότητα) και η φιλία (η οποία μπορεί να έχει την ισοτιμία αλλά όχι τη σωματική ένωση) τοποθετούνται από τον Σολοβιόφ σε κατώτερη θέση και ο έρωτας παραμένει η μόνη ένωση που μπορεί να ολοκληρώσει το άνθρωπο σε όλα τα πεδία. Αυτό βεβαίως μας κάνει να σκεφτόμαστε ότι ο αληθινός «άνθρωπος» δεν είναι μόνο άντρας, ή μόνο γυναίκα, αλλά η ύψιστη ενότητα και των δύο. (Εκείνος που επιμένει να διαχωρίζει τα φύλα βρίσκεται σε κατάσταση θανάτου, σημειώνει ο φιλόσοφος.)


Αναρωτιέμαι αν έχει γίνει πλήρως κατανοητή στους θεολογικούς κύκλους η ακραία ανατρεπτικότητα του Σολοβιόφ, η συνεισφορά του στην πνευματική και κοινωνική διάσταση της ισοτιμίας των φύλλων, αλλά και στην αποενοχοποίηση της γυναικείας ταυτότητας μέσα στη ανδρική συνείδηση। Είναι εύλογο ότι ο ρώσος στοχαστής αναβιβάζει το θήλυ σε ένα νέο πεδίο ελευθερίας και συνύπαρξης με το άρρεν, τροποποιώντας όχι μόνο τις παλιές θεολογικές ιδέες (Τερτυλλιανός: «η γυναίκα είναι η πόρτα του διαβόλου») αλλά και τα κοινωνικά κατεστημένα σε σχέση με τη δυναμική αυτονομίας της ανδρικής παρουσίας. Το έτερον ήμισυ–γυναίκα συνεχίζει βέβαια να ονομάζεται «συμπληρωματικό» (δεύτερο φύλο) αλλά γίνεται καθοριστικά ενεργό στην εκδήλωση της υπαρκτικής ουσίας και κυρίως, απελευθερώνεται και από το «μητρικό» φωτοστέφανο, δια του οποίου επί αιώνες είχε χριστεί διεκπεραιωτής ενός συγκεκριμένου ρόλου.

Αν ο σαρκικός έρωτας, ως ύψιστη έκφραση της ατομικής ζωής, φέρει τελειότητα (θεότητα), είναι γιατί, εκτός από την ολοκληρωμένη ενσάρκωση της ενότητας υπονοεί την ισότιμη ύπαρξη του άλλου, καθώς του παραχωρεί την κατάφαση και της δικής του θεότητας। Στην ένωση αυτή εκφράζεται το θείο στην πληρότητά του. («Η ερημιά μας είναι η αποτυχία του “θεού”, η αποτυχία του έρωτα», υποστηρίζει ο Χρίστος Γιανναράς.) Έτσι, τίθεται η προϋπόθεση της αληθινής σχέσης μέσα στο γίγνεσθαι και όχι σε μια ιδεατή σφαίρα, εκεί όπου κινήθηκαν οι τροβαδούροι και οι ρομαντικοί (οι οποίοι διάλεξαν να κατασκευάσουν την ιδεατή εικόνα του αγαπώμενου, χωρίς να ενσαρκώσουν την ένωσή τους.) Αυτή την περιορισμένη εκδοχή του έρωτα ο Σολοβιόφ τη θεωρεί διαστροφή, όπως άλλωστε και την απλή σεξουαλική ένωση που δεν ακολουθείται από την ταυτόχρονη παρουσία της συναισθηματικής σύμπραξης.

Η υλικότητα (η ίδια η Φύση, στην αντιστοίχισή της με την υλική ύπαρξη του ανθρώπου και την ενσωμάτωση της σεξουαλικής του ζωής), αλλά και ό,τι σχετίζεται με την ιστορική ανθρώπινη διαδρομή, αθωώνονται και πνευματοποιούνται, καθώς συντίθενται μέσα στη σφαίρα της παν-ενότητας την οποία ο έρωτας προϋποθέτει। Ο Σολοβιόφ καθαγιάζει το ανθρώπινο σώμα, παρουσιάζοντας την πιο εκλεπτυσμένη εκδοχή του, εκείνη ακριβώς που το αποδεσμεύει από κάθε συσχέτιση με το αμάρτημα, την ενοχή, το κακό. Η αποκατάσταση αυτή έρχεται να δηλώσει ότι δεν υπάρχει ολοκληρωμένη ζωή χωρίς τον ενοποιημένο εαυτό του ανθρώπου (σώμα-ψυχή-πνεύμα), μια ενοποίηση που αποτελεί και τον άξονα της σύνδεσής του μερικού με το Καθόλου. Αλλά εδώ έχουμε ολοκληρωτική ρήξη με τις θρησκευτικές παγιωμένες ιδέες που θεωρούν ότι η σεξουαλική πράξη απομακρύνει το πρόσωπο από την πνευματικότητά του. (Ας μην ξεχνάμε ότι η ανατρεπτική σκέψη του φιλόσοφου του στοίχισε την παρέμβαση της ρώσικης λογοκρισίας και του απαγορεύτηκε κάθε περαιτέρω έκδοση με θεολογικό περιεχόμενο.)

Η πλήρης ένταξη της σεξουαλικότητας στην ολοκληρωμένη ανθρώπινη ουσία (όχι βέβαια η αγοραία και πάνδημη εκδοχή της –για να θυμηθούμε τον ορισμό του Πλάτωνα– αλλά η ερωτική πληρότητα της Ουράνιας Αφροδίτης) είναι νομίζω μια νέα νίκη της φιλοσοφίας, η νίκη του ανθρωπίνου πνεύματος που εξέρχεται από τους περιορισμούς αιώνων. Στην επίσημη θρησκευτική γραμμή, για την οποία ο έρωτας παραμένει κατώτερο πνευματικό γεγονός, όχι μόνο λόγω της φθαρτής του φύσης αλλά και γιατί αποτελεί «πάθος» (ενώ το ζητούμενο είναι η «θεία απάθεια»), αντιλέγει ο Σολοβιόφ: «To αντικείμενο του έρωτα στην επουράνια φύση του, είναι η αιώνια θηλύτητα του Θεού (ίδια για όλους)· όμως ο άνθρωπος δεν καλείται να προσκυνήσει αυτήν αλλά να την ενσαρκώσει στη Γη, μέσα από μια γήινη ύπαρξη θηλυκής μορφής». Έτσι, αυτό το μοναδικό «άλλο» γίνεται ο φυσικός τόπος της αθανασίας.

(δημοσιεύτηκε στην Βιβλιοθήκη της Ελευθεροτυπίας)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου